Μάριος Tériade Ελευθεριάδης, ο εικαστικός
Η διαδρομή τού γνωστού εικαστικού από τη Θεσσαλονίκη ώς τη Γαλλία περνά από το cult εστιατόριο της οικογένειάς του με θαμώνες γιατρούς, δικηγόρους, σεισμολόγους, ηθοποιούς, τραγουδιστές, ντιζέζ, φορτηγατζήδες, γυρολόγους, αστυνομικούς και χωροφύλακες, αλλά και με τη Δόμνα Σαμίου, τον Στέλιο Καζαντζίδη, τη Νίτσα Τσίτρα, τον Νικηφόρο Παπανδρέου, τον Άκη Τσοχατζόπουλο, τον Δημήτρη Τσοβόλα. Κοινό συνδετικό στοιχείο: η ρετσίνα, ο κοινός τόπος που επιτρέπει στο γλέντι, τη χαρά τής ζωής, να ξεκινήσει.
Μοδιάνο. Χριστούγεννα. Λεχρίτες. Και ζήτω η Ελλάς! Μόνον εκεί πίνω ρετσίνα, επειδή είναι στο φυσικό της περιβάλλον. Ελληνικό, σαλονικιώτικο γλέντι, που ξεκινάς με ρετσίνα και κοψίδια το απόγευμα με τα κλαρίνα και καταλήγεις στο ‘Vogatsikou 3’ για ‘after’ κοκτέιλ.
ΕΝΑ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ ΤΑΙΡΙΑΣΜΑ.
Υπάρχει σημείο επαφής μεταξύ της ρετσίνας και ενός προβεβλημένου εικαστικού, ο οποίος μοιράζει τη ζωή και τη δραστηριότητά του μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας; Αν αυτός ο εικαστικός είναι ο Μάριος Tériade Ελευθεριάδης, η απάντηση είναι σαφώς θετική, μια που ο καταξιωμένος καλλιτέχνης έχει πίσω του μια παιδική και εφηβική ηλικία, στη διάρκεια της οποίας η ρετσίνα ήταν κάτι περισσότερο από παρούσα: ήταν πρωταγωνίστρια.
«Η ρετσίνα είναι για εμένα τα γλέντια στο εστιατόριο των γονιών μου» εξηγεί. «Σούβλες, δεκαέξι διαφορετικά μαγειρευτά την ημέρα που έκανε η ευλογημένη η μάνα μου και δισκάκια στο τζούκμποξ. Κι όταν είχε κέφια η κυρία Άννα, έβαζε το ‘Σε μια στοίβα καλαμιές αποκοιμήθηκα’, έριχνε δύο στροφές και κέρναγε και δύο ρετσίνες στους θαμώνες. Ρετσίνα ‘Κεχρή’ τότε, μια και ο Λαγκαδάς ήταν δίπλα, αλλά και ‘Δεμέστιχα’ και ‘Tam Tam’ – αυτά ήταν της εποχής. Πολλή ρετσίνα ερχόταν και τα ‘Λαζοντόιτς’ (έτσι έλεγαν τους Λαζογερμανούς) να βάζουνε και Κόκα Κόλα. Μόδα, βλέπεις, της εποχής, που καθιερώθηκε – κι ας λέγανε αργότερα για ‘Κούμπα Λίμπρε’ και σούξου μούξου. Όλοι έπιναν ρετσίνα στο μαγαζί: γιατροί, δικηγόροι, σεισμολόγοι, ηθοποιοί, τραγουδιστές, ντιζέζ, φορτηγατζήδες, γυρολόγοι, αστυνομικοί, χωροφύλακες, η Δόμνα Σαμίου, ο Καζαντζίδης, η Νίτσα Τσίτρα, ο Νικηφόρος Παπανδρέου, ο Τσοχατζόπουλος, ο Τσοβόλας – όλος ο ντουνιάς περνούσε από την ‘Καμέλια’, στο 46ο χιλιόμετρο, όπως το λέγανε, ή ‘στου Ζαμπέτα’ – το παρατσούκλι τού πατέρα ως εστιάτορα, επειδή έβαζε Ζαμπέτα στο τζούκμποξ. Ό,τι μου έρχεται στη μνήμη σάς λέω, έτσι που περνάω φωτογραφικά την πρώτη εικοσαετία τής ζωής μου στο εστιατόριο».
Συζητώντας με τον γνωστό εικαστικό, του εξηγούμε ότι η ρετσίνα είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα ελληνικά κρασιά – αν όχι το πλέον χαρακτηριστικό, καθώς παράγεται κατ’ αποκλειστικότητα στη χώρα μας, συνδυάζοντας δύο εμβληματικά στοιχεία της: το αμπέλι και το πεύκο. Δεν συμφωνεί: «Τη ρετσίνα ‘κρασί’ δεν τη λες…» υποστηρίζει. «Η ρετσίνα είναι ρετσίνα – κατηγορία από μόνη της. Έτσι την έχω στο μυαλό. Ως καθαρόαιμος Γαλλοπόντιος, στη Γαλλία μού έμαθαν το κρασί να είναι αλλιώς και η ρετσίνα αλλιώς και, φυσικά, η σαμπάνια αλλιώς. Όλα από σταφύλι, βέβαια, αλλά καθένα με τη χάρη του».
ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΩΧΙΑ.
Ποια είναι η άποψη ενός Θεσσαλονικιού για τη ρετσίνα ως πρώτη ύλη από την οποία φτιάχνεται το κέφι; Συμφωνεί ή έχει τις ενστάσεις του; Ποια είναι η «Θεσσαλονίκη τής ρετσίνας», κατά τον Μάριο Tériade Ελευθεριάδη;
«Μοδιάνο. Χριστούγεννα. Λεχρίτες. Και ζήτω η Ελλάς! Μόνον εκεί πίνω ρετσίνα, επειδή είναι στο φυσικό της περιβάλλον. Με τα όργανα, το γλέντι, τους πλανόδιους, εκεί όπου γινόμαστε όλοι μία παρέα κι όπου βγάλει. Ελληνικό, σαλονικιώτικο γλέντι τού κέντρου, που ξεκινάς με ρετσίνα και κοψίδια το απόγευμα με τα κλαρίνα και καταλήγεις στο ‘Vogatsikou 3’ για ‘after’ κοκτέιλ τα μεσάνυχτα. Στον δρόμο να ‘μαστε και να γλεντάμε».
Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.
«Εγώ κρασί δεν έπινα ούτε καφέ» προσθέτει ο καταξιωμένος θεσσαλονικιός καλλιτέχνης. «Τώρα που ‘ενηλικιώθηκα’ –τρομάρα μου–, μια χαρά την πίνω τη ρετσίνα. Αρκεί να έχει μεζέ, τραγούδι και καλή παρέα. Το γλέντι είναι η χαρά τής ζωής – και η ρετσίνα μαζί».
Επίλεξε το ενδιαφέρον που θέλεις και ανακάλυψε τη διαδρομή που ταιριάζει σε αυτό: