Γιάννης Κεσσόπουλος, ο δημοσιογράφος
Ένας νέος φοιτητής ερχόμενος από τις Σέρρες γνωρίζει για πρώτη φορά τον «ανεξάρτητο» φοιτητικό βίο στη Θεσσαλονίκη. Και ναι: η ρετσίνα ήταν παρούσα σ’ αυτήν την εμπειρία του, στηρίζοντας κάθε αστικό μύθο(;) για τη σχέση της με τη φοιτητιώσα νεολαία.
Στην πρώτη μου φωτογραφία ως φοιτητή, ‘ανεξάρτητου’ πια στο φοιτητικό σπίτι στη Θεσσαλονίκη, είμαι με ένα ποτήρι ρετσίνα στο χέρι. Η ρετσίνα τότε, αρχές τής δεκαετίας τού 1990, ήταν πολύ δημοφιλής. Ήταν πάντοτε το λαϊκό κρασί, το κρασί τού κόσμου.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ.
Μεγάλη μερίδα των σημερινών Θεσσαλονικέων πήραν την πρώτη «γεύση» Θεσσαλονίκης ως φοιτητές. Βρέθηκαν στην πόλη για τις σπουδές τους, πήραν εδώ το «βάπτισμα του πυρός» στην ενήλικη ζωή, μακριά από τη γονική εστία. Έζησαν εδώ τις πρώτες «αυτόνομες» εμπειρίες, μυήθηκαν στον φοιτητικό βίο στην καλύτερη, ίσως, πόλη στη χώρα για να σπουδάσεις. Και, φυσικά, αυτή η διαδικασία «μύησης» στη φοιτητική ζωή «αλά Σαλονικέν» δεν θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει τη ρετσίνα, το «trademark» κρασί τής Ελλάδας. Ένας από αυτούς ήταν ο δημοσιογράφος Γιάννης Κεσσόπουλος.

«Η ρετσίνα είναι συνδεδεμένη με τα φοιτητικά μου χρόνια» εξηγεί. «Στην πρώτη μου φωτογραφία ως φοιτητή, ‘ανεξάρτητου’ πια στο φοιτητικό σπίτι στη Θεσσαλονίκη, είμαι με ένα ποτήρι ρετσίνα στο χέρι. Η ρετσίνα τότε, αρχές τής δεκαετίας τού 1990, ήταν πολύ δημοφιλής. Ήταν πάντοτε το λαϊκό κρασί, το κρασί τού κόσμου. Κόστιζε ελάχιστα σε σχέση με τα κρασιά ετικέτας, τα οποία –φανταστείτε– τότε δεν γνώριζαν ακόμη την αίγλη και τον ελιτισμό που έμελλε να γνωρίσουν αργότερα, μέχρι και σήμερα. Την έχω συνδεδεμένη με τα φοιτητικά ταβερνεία πέριξ της Ροτόντας, με την Τούμπα, αλλά και με άλλα σημεία στην πόλη. Και με τα οικογενειακά πασχαλινά τραπέζια στη Θέρμη, γύρω από τα οποία καθόταν πολύς κόσμος. Μου θυμίζει, επίσης, το πρώτο μου μεθύσι, σε γάμο συγγενικού προσώπου, στα δεκάξι μου, όταν ακόμη δεν ήξερα τι θα πει ρετσίνα. Μου φέρνει στον νου το ‘Χατζηκυριάκειο’ και τον ‘άγιο Νείλο’, που ‘έχει ρετσίνα δροσερή και όμορφα κορίτσια’. Μου θυμίζει και τον Ρετσίνα, τον ήρωα του Μουρσελά στα ‘Βαμμένα κόκκινα μαλλιά’, μια φιγούρα που, εκτός των άλλων, παραπέμπει στην απλότητα και τη λαϊκότητα. Όπως ακριβώς και η ρετσίνα».
«ΠΟΙΑ Η ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ;».
Η ρετσίνα είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα ελληνικά κρασιά – αν όχι το πλέον χαρακτηριστικό, καθώς παράγεται κατ’ αποκλειστικότητα στη χώρα μας, συνδυάζοντας δύο εμβληματικά στοιχεία της: το αμπέλι και το πεύκο. Παρά ταύτα, στην πορεία των τελευταίων χρόνων η εικόνα της διαστρεβλώθηκε, με κάποιους να την προτιμούν για τον κατεξοχήν ελληνοπρεπή χαρακτήρα της και κάποιους άλλους να τη σνομπάρουν – μια κατάσταση που, ευτυχώς, χάρη σε ορισμένους χαρισματικούς έλληνες οινοποιούς, αλλάζει τα τελευταία χρόνια. Έχει και ο Γιάννης Κεσσόπουλος την ίδια άποψη με εκείνους που την είχαν εξαιρέσει από τις προτιμήσεις τους;
«Καμία σχέση! Είναι ένα πολύ εύγευστο ποτό, προσιτό σε όλους. Σε ό,τι με αφορά, το έχω άμεσα συνδεδεμένο με τη φύση – δεν είναι ‘τεχνητό’ ποτό, αν είναι δόκιμος ο όρος… Γενικώς, δεν πίνω ποτά. Δεν μου αρέσουν τα κοκτέιλ. Προτιμώ τα εκ της φύσεως. Κρασί και ρακή. Και ρετσίνα, φυσικά».
Επανερχόμαστε στη ρετσίνα ως συνώνυμο της Θεσσαλονίκης. Με ποια στοιχεία τής πόλης έχει συνδέσει ο γνωστός δημοσιογράφος το αγαπημένο κρασί; «Βιωματικά, με τους φοιτητές – το είπα και πριν» απαντά. «Στο μυαλό μου, με τον λαϊκό κόσμο, είτε του κέντρου είτε των προαστίων. Αν πάντως κάποιος αναζητά την απόλαυση, δεν έχει θέμα με τη ρετσίνα. Την επιλέγει ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης. Και μια και ζούμε μια ιστορική συγκυρία, που μας γυρίζει πίσω σε εποχές προ καταναλωτισμού και στην οποία θα ξαναζήσουμε πράγματα που η δική μου γενιά έχει ξαναζήσει, θέλω να πω ότι η ρετσίνα είναι πάντοτε εδώ για να ‘δένει’ παρέες. Χαλαρά…».
ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ.
Η συγκυρία είναι όντως ιδιαίτερη, οι προκλήσεις δεν λείπουν, οι λόγοι να νιώθουμε πιεσμένοι και αγχωμένοι είναι αρκετά περισσότεροι σε σχέση με το παρελθόν. Θα μπορούσε το κρασί, πάντοτε με κατανάλωση λελογισμένη και με μέτρο, να βοηθήσει ώστε να δούμε (και) τη φωτεινή πλευρά τής ζωής; «Το κρασί παίζει τον ρόλο του από την αρχαιότητα, χιλιάδες χρόνια τώρα – δεν θα το πω εγώ ότι ‘ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου’» απαντά ο Γιάννης Κεσσόπουλος. «Προσωπικά, θεωρώ το κρασί καρπό τής γης και ως τέτοιος με γοητεύει. Θαρρείς κι έχει ψυχή, γι’ αυτό είναι παρέα στα καλά και στα άσχημα. Για πολύ κόσμο. ‘Μιλάς’ με το κρασί – όχι κάθε μέρα, αλλά το κάνεις. Ένα ποτηράκι κρασί στην πιο απλή του μορφή, αυτήν του κόκκινου κρασιού, είναι για εμένα απόλαυση, καμιά φορά και έμπνευση».
Επίλεξε το ενδιαφέρον που θέλεις και ανακάλυψε τη διαδρομή που ταιριάζει σε αυτό: